Image

Ο Διαβήτης για τους περισσότερους είναι ένα ανεβασμένο επίπεδο σακχάρου στο αίμα,  λόγω μερικής η πλήρους έλλειψης μίας ζωτικής σημασίας ορμόνης που παράγεται στο πάγκρεας, της Ινσουλίνης. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα πιο περίπλοκο αυτοάνοσο νόσημα που έχει βάση σε μεταβολικές και ορμονικές διαταραχές και είναι βασική αιτία ή επιβαρυντικός παράγοντας για μια πληθώρα άλλων νόσων όπως καρδιαγγειακά προβλήματα, καρκίνους, υπογονιμότητα, εγκεφαλικά, δερματολογικά προβλήματα κλπ. Εμφανίζονται 2 βασικοί τύποι διαβήτη: ο διαβήτης τύπου 1 -ινσουλινοεξαρτώμενος( το άτομο παράγει πολύ λίγη ή καθόλου ινσουλίνη) και ο διαβήτης τύπου 2- μη ινσουλινοεξαρτώμενος( το άτομο παράγει λιγότερη ινσουλίνη ή αρκετή ινσουλίνη την οποία όμως δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει σωστά-ινσουλινοαντίσταση).

Όλοι οι άνθρωποι έχουμε συνεχώς μια μικρή ποσότητα γλυκόζης να κυκλοφορεί στο αίμα μας, γιατί μας χρειάζεται για ενέργεια. Τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα ενός φυσιολογικού ατόμου μετά από νηστεία τουλάχιστον 8-10 ωρών (πχ το πρωί όταν ξυπνάμε), είναι χαμηλότερα από 100 mg/dl.

Η αύξηση της γλυκόζης στο αίμα είναι αναμενόμενη κατά τη λήψη τροφής. Ωστόσο σε ένα φυσιολογικό άτομο τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα δεν πρέπει να ξεπερνούν τα 140 mg/dl, 2 ώρες μετά το γεύμα.

Για τη διάγνωση του διαβήτη τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μετά από τουλάχιστον οκτάωρη νηστεία, πρέπει να υπερβαίνουν τα 126 mg/dl, ενώ 2 ώρες μετά από εξέταση καμπύλης σακχάρου το σάκχαρο πρέπει να είναι πάνω από 200 mg/dl.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ

Τα κλασικά συμπτώματα προχωρημένου Διαβήτη που θα μας ανησυχήσουν, είναι πολυδιψία που συνοδεύεται από πολλά ούρα και αυξημένη όρεξη που ενώ συνοδεύεται συνήθως από πολυφαγία το βάρος μειώνεται και σε πιο προχωρημένο στάδιο υπάρχει αυξημένο  αίσθημα κόπωσης, ξηροστομία, υπνηλία και αδυναμία συγκέντρωσης.

Πιο συνηθισμένοι ιατρικοί λόγοι ώστε να ελέγξουμε για διαβήτη, είναι λοιμώξεις. Μυκητιάσεις ιδίως των γεννητικών περιοχών, υποτροπιάζουσες μυρμηγκιές, δερματικές δοθιηνώσεις, ουλίτιδες και περιοδοντίτιδες, δυσθεράπευτες ονυχομυκητιάσεις.
Οι ανεξήγητες κράμπες συνοδευόμενες από εύκολη, μυϊκή κόπωση και πολυδιψία, μερικές φορές υποκρύπτουν αδιάγνωστο διαβήτη.

Κάποιες νόσοι όπως η μεγαλοβλαστική αναιμία από έλλειψη βιταμίνης Β12, η δυσανεξία στη γλουτένη (κοιλιοκάκη), το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, αυτοάνοσα νοσήματα (ρευματοειδής αρθρίτιδα, ερυθηματώδης λύκος, κλπ), θυρεοειδίτιδες, νόσοι του παγκρέατος, έχουν αυξημένα ποσοστά διαβήτη και συνιστάται τακτικός προληπτικός έλεγχος.

Η επίπτωση του Διαβήτη αυξάνει σημαντικά μετά την ηλικία των 45 ετών, όπως επίσης με την καθιστική ζωή και την εργασία, την παχυσαρκία το έντονο στρες και το κάπνισμα. Όσοι έχουν ένα συγγενή Α βαθμού, ή συγγενείς με Διαβήτη, οι γυναίκες που εμφάνισαν διαβήτη κυήσεως η γέννησαν υπέρβαρα παιδιά (≥5kgr), επίσης εμφανίζουν υψηλό κίνδυνο και θα πρέπει να ελέγχονται τουλάχιστον ανά διετία. Η παχυσαρκία από μόνη της αποτελεί ένα πολύ ισχυρό προδιαθεσικό παράγοντα για Διαβήτη. Υπάρχει ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΒΜΙ), που υπολογίζεται εύκολα αν διαιρέσουμε το Βάρος μας σε kgr, με το τετράγωνο του ύψους μας σε m. Τιμές ΒΜΙ από 25,4 μέχρι 30 μας χαρακτηρίζουν υπέρβαρους και μεγαλύτερες του 30 παχύσαρκους. Η επίπτωση αυξάνει αναλογικά με την αύξηση του ΒΜΙ και τετραπλασιάζεται στους παχύσαρκους
(ΒΜΙ≥30).

ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ

Στον διαβήτη τύπου 2 η σωστή διατροφή είναι ένα από τα κύρια όπλα μας στην αντιμετώπιση , σπάνια όμως είναι αρκετή από μόνη της. Συνήθως απαιτείται φαρμακευτική υποβοήθηση μαζί με φυσική άσκηση, τουλάχιστον μέχρι τα σωματομετρικά χαρακτηριστικά ωα είναι τέτοια που να μην αποτελούν επιβαρυντικό παράγοντα πλέον. Οπότε ο ιατρός κρίνει ανάλογα με τα αποτελέσματα των εξετάσεων πως θα διαμορφώσει την φαρμακευτική αγωγή ή αν θα την μειώσει.

Στον διαβήτη τύπου 1( ινσουλινοεξαρτώμενος) η φαρμακευτική αγωγή είναι συνεχώς απαραίτητη σε συνδυασμό φυσικά με την καλή διατροφή και άσκηση.

Έχουν κατά καιρούς εκδοθεί διάφορες οδηγίες ως προς το τι επιτρέπεται και τι δεν επιτρέπεται να τρώει ένας διαβητικός.

Κατά τις σύγχρονες απόψεις, καταρχάς δεν υπάρχουν τροφές που απαγορεύονται. Υπάρχουν τροφές που θα πρέπει να αποτελούν τη βάση ενός ισορροπημένου διαιτολογίου και τροφές που καλό είναι να αποφεύγονται ή να καταναλώνονται σε μικρές ποσότητες (πάντα στα πλαίσια του ισορροπημένου διαιτολογίου). Το διαιτολόγιο αυτό θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες, τις προτιμήσεις και τον τρόπο ζωής του κάθε ατόμου και είναι δουλειά κάποιου εξειδικευμένου διαιτολόγου. Εκτός από τη σωστή διατροφή και τη συστηματική άσκηση, παραμέτρους μέγιστης σημασίας, ο διαβητικός ασθενής θα πρέπει να πάρει και κάποια φάρμακα. Έτσι, κατά περίπτωση, μπορούμε να δώσουμε φάρμακα που μειώνουν την «αντίσταση» στην ινσουλίνη, φάρμακα που εμποδίζουν την απορρόφηση των σακχάρων, φάρμακα που προκαλούν έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας και, τέλος, την ίδια την ουσία που λείπει, την ινσουλίνη. Ο ασθενής με διαβήτη τύπου 1 (όπου το πάγκρεας δεν μπορεί να παράγει πρακτικά καθόλου ινσουλίνη) θα χρειαστεί οπωσδήποτε ενέσεις ινσουλίνης εξαρχής, ενώ ο ασθενής τύπου 2 μπορεί να πάρει δισκία (χάπια) και να ρυθμίζεται για πολλά χρόνια μόνο με αυτά. Το πιθανότερο πάντως είναι πως και στον τύπο 2, μετά από 10-15 χρόνια, οι δυνατότητες του παγκρέατος θα εξαντληθούν και θα χρειαστεί χορήγηση ινσουλίνης.

 

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ

Σκοπός των περαιτέρω εξετάσεων είναι αφενός να διαπιστωθεί η επιτυχημένη ρύθμιση του διαβήτη και αφετέρου να ελεγχθούν οι νεφροί διεξοδικά, καθώς είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στα υψηλά επίπεδα σακχάρου.

Οι εξετάσεις αυτές είναι :

 - Σάκχαρο

 -Καμπύλη σακχάρου

 -Τριγλυκερίδια , Χολιστερίνη HDL/LDL

 -Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1-c) : η εξέταση αυτή δείχνει τα μέσα επίπεδα του σακχάρου για τις τελευταίες 45 ημέρες. Βάση αυτής αξιολογείται η αποτελεσματικότητα της θεραπείας του διαβήτη.

 -C αντιδρώσα πρωτεΐνη υψηλής ευαισθησίας (hs-CRP) : αποτελεί ιδιαίτερα ευαίσθητο δείκτη ενδοαγγειακών φλεγμονών που μπορεί να προκληθούν μέσω των υψηλών επιπέδων σακχάρου σε διαβητικούς.

 -Μικροαλβουμίνη ούρων 24ώρου (Αlb-U-24h) : αντανακλά την υγεία των νεφρών στο διαβητικό ασθενή, έχοντας ιδιαίτερη προγνωστική αξία για την πιθανή βλάβη τους λόγω των αυξημένων επιπέδων σακχάρου.

 -Κάθαρση κρεατίνης (crea – clearance) : αποτελεί το καλύτερο μέτρο αξιολόγησης της αποτελεσματικής λειτουργίας των νεφρών με πολύ μεγαλύτερη ευαισθησία έναντι των κλασικών τεστ ουρίας και κρεατίνης.

 -Ηλεκτρολύτες (Na+ / K+) : αποτελούν τα κύρια άλατα του οργανισμού, η συγκέντρωση των οποίων ρυθμίζεται από τους νεφρούς. Διαβητολογικά φάρμακα που μπορεί να συνδυάζονται με άλλες αγωγές μπορούν να απορρυθμίσουν τους ηλεκτρολύτες με πολύ σοβαρές συνέπειες, κυρίως στην καρδιακή λειτουργία.

-Γενική και καλλιέργεια ούρων : πραγματοποιούνται με σκοπό να ελέγξουμε επιπρόσθετα την υγεία των νεφρών, αλλά κυρίως να αποκλείσουμε την ύπαρξη πιθανής ασυμπτωματικής ουρολοίμωξης. Οι ουρολοιμώξεις σε διαβητικά άτομα είναι συχνές, καθώς το σάκχαρο εξέρχεται στα ούρα και δημιουργεί περιβάλλον για την ανάπτυξη μικροβίων.

 

Για Διαβήτη σε άτομα μεγαλύτερα από 40 ετων

Για τη διερεύνηση των ορίων στο σάκχαρο - την ύπαρξη ή όχι διαβήτη - καθώς και για τυχόν πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη στο επόμενο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητες οι εξής αιματολογικές εξετάσεις:

1.  Εξέταση σακχάρου (μέθοδος οξείδωσης της γλυκόζης ή εξοκινάσης)

      • Αν ένα τυχαίο δείγμα σακχάρου (ανεξάρτητα από το προηγούμενο γεύμα είναι >200 mg/dL και συνυπάρχουν κλινικές ενδείξεις, υπάρχει διάγνωση διαβήτη.
      • Αν το δείγμα νηστείας (τουλάχιστον 8 ωρών) είναι <110 είναι φυσιολογικό. Αν είναι >126 mg/dL = πρόχειρη διάγνωση διαβήτη ή μεταξύ 110-126 =διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας, προχωρούμε για επιβεβαίωση σε:     
2. Δοκιμασία ανοχής γλυκόζης

3. Έλεγχος γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (έλεγχος της ρύθμισης της γλυκόζης)

4. Έλεγχος των λιπιδίων (όχι όμως σε περίοδο απορρύθμισης, όπου αυξάνουν τα τριγλυκερίδια)

5. Έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας (προσδιορισμός ουρίας, κρεατινίνης, ουρικού οξέος, αιματοκρίτη, ανίχνευση λευκώματος στα ούρα - ειδικά της μικροαλβουμίνης, καθώς και μικροβιουρίας.

6. Ανίχνευση αντισωμάτων που ενέχονται στην παθογένεια κυρίως του διαβήτη τύπου 1 (έναντι νησιδιακών κυττάρων -ICA, έναντι ινσουλίνης-ΙΑΑ, έναντι της αποκαρβοξυλάσης του γλουταμινικού οξέος-GADA, και έναντι του ενδοκυτταρικού τμήματος του παγκρεατικού ενζύμου της τυροσινοφωσφατάσης- ΙΑ-2ic): ως δείκτες πρόβλεψης και σε μέλη οικογενειών με διαβητικά άτομα.



Κριτήρια για τη διάγνωση του Σακχαρώδη Διαβήτη:
Εξέταση γλυκόζης αίματος κατόπιν νηστείας
Το επίπεδο γλυκόζης αίματος μετριέται μετά από νηστεία.

    - Μεταξύ 100 και 125 mg/dl δείχνει προδιάθεση για διαβήτη
    - Από 126 mg/dl και πάνω δείχνει διαβήτη

Η από του Στόματος  εξέταση ανοχής γλυκόζης
Το επίπεδο γλυκόζης αίματος μετριέται το πρωί μετά από νηστεία δέκα ωρών και δύο ώρες μετά αφού πιει ένα πλούσιο σε γλυκόζη ποτό.

   - Μεταξύ 140 και 199 mg/dl δείχνει προδιάθεση για διαβήτη
   - Από 200 mg/dl και πάνω δείχνει διαβήτη
 

Για Διαβήτη σε άνδρες μεγαλύτερους από 40 ετων

Για τη διερεύνηση των ορίων στο σάκχαρο - την ύπαρξη ή όχι διαβήτη - καθώς και για τυχόν πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη στο επόμενο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητες οι εξής αιματολογικές εξετάσεις:

1.  Εξέταση σακχάρου (μέθοδος οξείδωσης της γλυκόζης ή εξοκινάσης)

      • Αν ένα τυχαίο δείγμα σακχάρου (ανεξάρτητα από το προηγούμενο γεύμα είναι >200 mg/dL και συνυπάρχουν κλινικές ενδείξεις, υπάρχει διάγνωση διαβήτη.
      • Αν το δείγμα νηστείας (τουλάχιστον 8 ωρών) είναι <110 είναι φυσιολογικό. Αν είναι >126 mg/dL = πρόχειρη διάγνωση διαβήτη ή μεταξύ 110-126 =διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας, προχωρούμε για επιβεβαίωση σε:     
2. Δοκιμασία ανοχής γλυκόζης

3. Έλεγχος γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (έλεγχος της ρύθμισης της γλυκόζης)

4. Έλεγχος των λιπιδίων (όχι όμως σε περίοδο απορρύθμισης, όπου αυξάνουν τα τριγλυκερίδια)

5. Έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας (προσδιορισμός ουρίας, κρεατίνης, ουρικού οξέος, αιματοκρίτη, ανίχνευση λευκώματος στα ούρα - ειδικά της μικροαλβουμίνης, καθώς και μικροβιουρίας.

6. Ανίχνευση αντισωμάτων που ενέχονται στην παθογένεια κυρίως του διαβήτη τύπου 1 (έναντι νησιδιακών κυττάρων -ICA, έναντι ινσουλίνης-ΙΑΑ, έναντι της αποκαρβοξυλάσης του γλουταμινικού οξέος-GADA, και έναντι του ενδοκυτταρικού τμήματος του παγκρεατικού ενζύμου της τυροσινοφωσφατάσης- ΙΑ-2ic): ως δείκτες πρόβλεψης και σε μέλη οικογενειών με διαβητικά άτομα.
 
7.Έλεγχος του λιπιδαιμικού προφίλ και της Αρτηριακής Πίεσης
 
8. Καρδιολογικός Έλεγχος
 
9. Αγγειακός έλεγχος



Κριτήρια για τη διάγνωση του Σακχαρώδη Διαβήτη:
Εξέταση γλυκόζης αίματος κατόπιν νηστείας
Το επίπεδο γλυκόζης αίματος μετριέται μετά από νηστεία.

    - Μεταξύ 100 και 125 mg/dl δείχνει προδιάθεση για διαβήτη
    - Από 126 mg/dl και πάνω δείχνει διαβήτη

Η από του Στόματος  εξέταση ανοχής γλυκόζης
Το επίπεδο γλυκόζης αίματος μετριέται το πρωί μετά από νηστεία δέκα ωρών και δύο ώρες μετά αφού πιει ένα πλούσιο σε γλυκόζη ποτό.

   - Μεταξύ 140 και 199 mg/dl δείχνει προδιάθεση για διαβήτη
   - Από 200 mg/dl και πάνω δείχνει διαβήτη

Για Διαβήτη σε γυναίκες μεγαλύτερες από 40 ετων

Για τη διερεύνηση των ορίων στο σάκχαρο - την ύπαρξη ή όχι διαβήτη - καθώς και για τυχόν πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη στο επόμενο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητες οι εξείς αιματολογικές εξετάσεις:

1.  Εξέταση σακχάρου (μέθοδος οξειδάσης της γλυκόζης ή εξοκινάσης)

      • Αν ένα τυχαίο δείγμα σακχάρου (ανεξάρτητα από το προηγούμενο γεύμα είναι >200 mg/dL και συνυπάρχουν κλινικές ενδείξεις, υπάρχει διάγνωση διαβήτη.
      • Αν το δείγμα νηστείας (τουλάχιστον 8 ωρών) είναι <110 είναι φυσιολογικό. Αν είναι >126 mg/dL = πρόχειρη διάγνωση διαβήτη ή μεταξύ 110-126 =διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας, προχωρούμε για επιβεβαίωση σε:     
2. Δοκιμασία ανοχής γλυκόζης

3. Έλεγχος γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (έλεγχος της ρύθμισης της γλυκόζης)

4. Έλεγχος των λιπιδίων (όχι όμως σε περίοδο απορρύθμισης, όπου αυξάνουν τα τριγλυκερίδια)

5. Έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας (προσδιορισμός ουρίας, κρεατινίνης, ουρικού οξέος, αιματοκρίτη, ανίχνευση λευκώματος στα ούρα - ειδικά της μικροαλβουμίνης, καθώς και μικροβιουρίας.

6. Ανίχνευση αντισωμάτων που ενέχονται στην παθογένεια κυρίως του διαβήτη τύπου 1 (έναντι νησιδιακών κυττάρων -ICA, έναντι ινσουλίνης-ΙΑΑ, έναντι της αποκαρβοξυλάσης του γλουταμινικού οξέος-GADA, και έναντι του ενδοκυτταρικού τμήματος του παγκρεατικού ενζύμου της τυροσινοφωσφατάσης- ΙΑ-2ic): ως δείκτες πρόβλεψης και σε μέλη οικογενειών με διαβητικά άτομα.
 
7.Έλεγχος του λιπιδαιμικού προφίλ και της Αρτηριακής Πίεσης
 
8. Καρδιολογικός Έλεγχος
 
9. Αγγειακός έλεγχος


Κριτήρια για τη διάγνωση του Σακχαρώδη Διαβήτη:
Εξέταση γλυκόζης αίματος κατόπιν νηστείας
Το επίπεδο γλυκόζης αίματος μετριέται μετά από νηστεία.

    - Μεταξύ 100 και 125 mg/dl δείχνει προδιάθεση για διαβήτη
    - Από 126 mg/dl και πάνω δείχνει διαβήτη

Η από του Στόματος  εξέταση ανοχής γλυκόζης
Το επίπεδο γλυκόζης αίματος μετριέται το πρωί μετά από νηστεία δέκα ωρών και δύο ώρες μετά αφού πιει ένα πλούσιο σε γλυκόζη ποτό.

   - Μεταξύ 140 και 199 mg/dl δείχνει προδιάθεση για διαβήτη
   - Από 200 mg/dl και πάνω δείχνει διαβήτη

On line ενημέρωση - ραντεβού

Συμπληρώστε την φόρμα on line ενημέρωσης-ραντεβού, για μια ενημέρωση απο την ιατρό σχετικά με τις εξετάσεις σας

Επικοινωνία

Λ. Ειρήνης 21, Πεύκη

Τηλ.: 211 4034616

Κιν.:  694 4372064

Emailvergilab@gmail.com

Image
Ενημερωθείτε για τα οικονομικά πακέτα εξετάσεων!